Οικονομίες σε ανάπτυξη, κοινωνίες σε καταστολή;

* Μερικές σκέψεις για τις εξεγέρσεις σε Βραζιλία και Τουρκία

Σε κείμενό του για την πρόσφατη εξέγερση στη Βραζιλία ο Μπουονβεντούρα ντε Σόουσα Σάντος, αναλύοντας την κοινωνική κατάσταση στη χώρα, ανέφερε την ύπαρξη δύο Βραζιλιών: από τη μία, η ανερχόμενη οικονομία με τους συνεχώς θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, η δύναμη νέου τύπου, η χώρα στην οποία τα τελευταία χρόνια «δημιουργήθηκε» μεσαία τάξη με υψηλή τάση καταναλωτισμού. Από την άλλη, η χώρα με τις μεγαλύτερες ανισότητες στον κόσμο, τις ολιγαρχίες των λατιφουντίων, τη βία των τσιφλικάδων, τις κλειστές και ρατσιστικές πολιτικές ελίτ. Αντίστοιχες αναλύσεις έχουν γίνει το τελευταίο διάστημα και για τη Τουρκία, όσον αφορά τις δικές της μεγάλες κοινωνικές ανισότητες. Τίθεται έτσι το σχεδόν απλοϊκό, αλλά σημαντικό, επιχείρημα που υποστηρίζει ότι οι δύο χώρες βιώνουν οικονομική μεγέθυνση, τα οφέλη της οποίας, όμως, δεν διαμοιράζονται δίκαια στον κοινωνικό ιστό. Αυτό το στοιχείο, θεωρεί αυτή η προσέγγιση, αποτελεί τη βάση των κοινωνικών εξεγέρσεων που βλέπουμε αυτές τις μέρες.
Πέρα από αυτή τη σημαντική διαπίστωση, εκτιμώ ότι οι εξεγέρσεις σε Βραζιλία και Τουρκία μάς βοηθάνε να βγάλουμε κάποια ευρύτερα συμπεράσματα για τις τάσεις του σύγχρονου «καπιταλισμού της κρίσης», τον τρόπο εφαρμογής νεοφιλελεύθερων προγραμμάτων σε «ιδιότυπες» οικονομίες και, κυρίως, το όραμα της ανάπτυξης και πώς αυτό μεταφράζεται στο κοινωνικό πεδίο.

Για τον τρόπο χρήσης των κοινών

Πριν απ’ όλα, αυτό που πρέπει να παρατηρηθεί και στις δύο κοινωνίες είναι ότι οι νεοφιλελεύθερες πρακτικές επικεντρώνονται στις νέες περιφράξεις των κοινών (commons) που υπερβαίνουν κατά πολύ τη γη και τους φυσικούς πόρους. Τόσο στη Βραζιλία όσο και στη Τουρκία γίνεται μεγάλη προσπάθεια από πλευράς κεφαλαίου όχι μόνο για την υφαρπαγή των δημόσιων υπηρεσιών και αγαθών, προς όφελος της συσσώρευσής του (αναγκαία συνθήκη εντός νεοφιλελευθερισμού), αλλά και για την περίφραξη κοινών, που έχουν στην πραγματικότητα δημιουργηθεί υπό την επίδραση κοινωνικών αγώνων που προηγήθηκαν. Οι εξεγέρσεις δεν έγιναν μόνο για ένα πάρκο ή τις δημόσιες συγκοινωνίες (που έχουν και αυτά την αυταξία τους), αλλά πολύ περισσότερο για τον τρόπο χρήσης αυτών, για τη σύγχρονη πρόσβαση στα δημόσια αγαθά, για ένα νέο δικαίωμα στην πόλη, για μια νέα παραγωγή αυτού που νοείται δημόσιο.
Αυτό το «νέο δημόσιο» δεν προκύπτει από τις παραχωρήσεις της κυρίαρχης τάξης σ’ ένα πλαίσιο κοινωνικής αναπαραγωγής των καταπιεσμένων, αλλά από τις εμπειρίες των ίδιων των εξεγερμένων. Και αυτό δεν μπορεί παρά να εγγράφεται στην προσπάθεια ανάπτυξης (έστω και στοιχειωδώς) εναλλακτικών κοινωνικών εγχειρημάτων. Δεν υποστηρίζω ότι αυτές οι εναλλακτικές μορφές φαίνονται ικανές από μόνες τους να αντιπαρατεθούν στην ηγεμονία του κεφαλαίου, όμως η μόνιμη προσπάθεια περίφραξης τους από πλευράς κεφαλαίου δείχνει τη δυναμική τους.

Όρια και ευθύνες

Το δεύτερο στοιχείο, που πρέπει να επισημανθεί, είναι τα όρια αλλά και οι ευθύνες μιας νέου τύπου σοσιαλδημοκρατίας εντός του νεοφιλελεύθερου πλαισίου. Τόσο στη Βραζιλία το σχήμα Λουλα-Ρούσεφ όσο και στην Τουρκία το σχήμα του Ερντογάν (παρ’ όλες τις πολύ σημαντικές διαφορές τους) ανήλθαν στην εξουσία υποσχόμενα αλλά και εφαρμόζοντας σε μεγάλο βαθμό, ένα πρόγραμμα οικονομικών μεταρρυθμίσεων και κυρίως «δημιουργώντας» μια ισχυρά καταναλωτική μεσαία τάξη. Στηρίχθηκαν δηλαδή στο επιχείρημα ότι η καπιταλιστική ανάπτυξη θα επιτρέψει την άρση των ανισοτήτων μέσω της (έμμεσης) αναδιανομής. Όμως, εμφανίστηκαν πολύ γρήγορα δύο στοιχεία που έκαναν την επιμονή σε αυτό το μοντέλο ασύμβατη με το νεοφιλελεύθερο καπιταλισμό. Από τη μια, η κρίση έδειξε ότι η ανάπτυξη ενδέχεται να είναι ανεπαρκής για να επιτρέψει την αύξηση του βαθμού της αναδιανομής που φαίνεται επιθυμητή από μια προοδευτική σκοπιά. Ή τουλάχιστον κάτι τέτοιο δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς μια μεγάλη πολιτική αντιπαράθεση. Από την άλλη, ακόμα και αυτά τα λίγα κέρδη για τον κόσμο της εργασίας στο πλαίσιο μιας σοσιαλδημοκρατικής συνθήκης, αποδεικνύονται αφόρητα για το κεφάλαιο. Η επιμονή στα κοστοβόρα αθλητικά γεγονότα (Ολυμπιακοί Αγώνες, Μουντιάλ), αλλά και η προσπάθεια καθιέρωσης «παγκόσμιων πόλεων» (βλ. Ιστανμπούλ, Ρίο κλπ) που προσελκύουν επενδύσεις δεν είναι μια «υπέρογκη και ανώφελη σπατάλη δημόσιου χρήματος», αλλά μια επιλογή για την εξασφάλιση της κεφαλαιακής συσσώρευσης και την εξερεύνηση παρθένων αγορών και χώρων.

Δημοκρατία και αντι-καταστολή

Τέλος, είναι ιδιαίτερα σημαντικό το ζήτημα της δημοκρατίας και της αντι-καταστολής, όπως προκύπτει ως αίτημα και συλλογική διεκδίκηση των σύγχρονων αυτών εξεγέρσεων. Έχει ειπωθεί πολλές φορές ότι νεοφιλελευθερισμός χωρίς νεοσυντηρητισμό δεν υπάρχει. Θα πρόσθετα ότι μαζί με το νεοσυντηρητισμό υπάρχει και μια συνεχή απειλή αλλά και πρακτική αυταρχικού και καταστελτικού κράτους. Υπό αυτό το πλαίσιο η υπέρμετρη καταστολή και οι δολοφονίες διαδηλωτών σε Βραζιλία και Τουρκία δεν θα πρέπει να νοείται ως μια ειδική συνθήκη «περίεργων» κοινωνιών, όπου η βία είναι γενικευμένη και καθολική. Είναι επιλογή ενός παγκόσμιου τρόπου άσκησης εξουσίας, όπου η συλλογική ταυτότητα του πολίτη υπάρχει μόνο εφόσον δεν έρχεται σε σύγκρουση με τις επιλογές της εκάστοτε εξουσίας. Συνεπώς, το αίτημα για δημοκρατία στη λήψη αποφάσεων και ενάντια σε αστυνομοκρατούμενες κοινωνίες είναι συνεχώς επίκαιρο και εντάσσεται τόσο στο πλαίσιο των ευρύτερων συλλογικών διεκδικήσεων, όσο και στη δημιουργία και διεκδίκηση ενός νέου φαντασιακού, ενός εναλλακτικού, κυρίαρχα δημοκρατικού δημόσιου χώρου και πρακτικής.

Γιώργος Βελεγράκης

http://www.epohi.gr/portal/diethni/14388-2013-06-30-15-22-12

Σχολιάστε